Page - ΒΙΤΑΜΙΝΗ Ε
ΒΙΤΑΜΙΝΗ Ε
Η βιταμίνη Ε μειώνει τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων, βοηθά στην αποφυγή θρομβώσεων, στη μείωση της πίεσης, στην πρόληψη του καταρράκτη, στην επούλωση και περιορισμό των ουλών. Μελέτη του Εθνικού Oφθαλμ. Ινστιτ. των Η.Π.Α. έδειξε ότι η τακτική λήψη φυσικής βιταμίνης Ε μειώνει τον κίνδυνο καταρράκτη τουλάχιστον κατά 30% (Ophthal, 1998, 831 – 36).
Προλαμβάνει τις βλάβες των κυττάρων, εμποδίζοντας την οξείδωση των λιπών και το σχηματισμό ελεύθερων ριζών. Επιβραδύνει τα γηρατειά και ενδέχεται να προλαμβάνει τις δερματικές κηλίδες των ηλικιωμένων. Είναι πολύ χρήσιμη στην αντιμετώπιση της ινοκυστικής πάθησης του μαστού (fibrocystic breast) (Nutrition Research 2, 1982: 243-47).
Η βιταμίνη Ε εθεωρείτο κατά το παρελθόν ως η βιταμίνη της γονιμότητας, όπως δηλώνει και το επιστημονικό της όνομα: Τοκοφερόλη [τόκος (=τοκετός) + φέρω]. Αυτό έχει αποδειχθεί για ορισμένα ζώα με τα οποία έγιναν οι αρχικές μελέτες, όχι όμως και για τους ανθρώπους, τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό, ώστε να δικαιολογεί την ονομασία. Πάντως, σύμφωνα με μια μελέτη, η βιτ. Ε αυξάνει την κινητικότητα των ανδρικών σπερματοζωαρίων.
Η ανεπάρκεια βιταμίνης Ε μπορεί να οφείλεται σε γενετικούς λόγους (ελαττωματική σύνθεση λιποπρωτεϊνών), σε κακή απορρόφηση των λιπών, λόγω ηπατοχολικών ή παγκρεατικών εντερικών παθήσεων ή σε μακροχρόνια ακατάλληλη διατροφή. Το πρώτο σύνδρομο μιας σοβαρής, επί πολλά χρόνια, ανεπάρκειας είναι η περιφερική νευροπάθεια.
Μικρές δοσολογίες βιταμίνης Ε είναι κατάλληλες για προληπτικούς σκοπούς, ενώ για αξιόλογα θεραπευτικά αποτελέσματα απαιτούνται δοσολογίες 400 – 1200 IU φυσικής βιταμίνης Ε. Ας σημειωθεί ότι η φυσική βιταμίνη Ε (από φυτικά έλαια) είναι πολύ αποτελεσματικότερη από τη συνθετική (από πετροχημικά).
ΑΓΓΕΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ
H βιταμίνη Ε μειώνει, αλλά και προστατεύει από οξειδώσεις τόσο την κακή χοληστερίνη (LDL) όσο και τα τριγλυκερίδια, η οξείδωση των οποίων προκαλεί την αθηρωματική πλάκα. Η πλάκα αυτή μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά προβλήματα, με τη στένωση των αγγείων και τη σκλήρυνση των τοιχωμάτων τους που προκαλεί, καθώς και με το ενδεχόμενο να αποσπασθούν κομμάτια της πλάκας και να προκαλέσουν απόφραξη αγγείων της καρδιάς, των πνευμόνων, του εγκεφάλου ή άλλων οργάνων.
Επειδή τις περισσότερες πιθανότητες για μια τέτοια απόφραξη έχουν οι στεφανιαίες και καρωτίδες αρτηρίες, οι κίνδυνοι για έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο είναι αυξημένοι.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης Ε περιορίζει το σχηματισμό πλάκας κατά 25-50%. Πολλές επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Ε συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιοπαθειών.
Σε διπλά-τυφλή μελέτη που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, χορηγήθηκαν 400-800 mg φυσικής βιταμίνης Ε σε 2000 άτομα με διαπιστωμένες (με καρδιογράφημα) καρδιαγγειακές παθήσεις. Μετά 510 μέρες τα άτομα αυτά παρουσίασαν 77% λιγότερα μη θανατηφόρα εμφράγματα, σε σχέση με τα άτομα που δεν έλαβαν τη βιταμίνη Ε. Ως προς τα θανατηφόρα εμφράγματα δεν υπήρξε διαφορά, πράγμα που θα μπορούσε να αποδοθεί στη μικρή διάρκεια της έρευνας.
Σε άλλη διπλή-τυφλή μελέτη διαπιστώθηκε η επιβράδυνση της εξέλιξης όλων των αρτηριακών αλλοιώσεων σε άνδρες με στεφανιαία νόσο που λάμβαναν μόλις 100 IU ή λίγο περισσότερο βιταμίνης Ε (JAMA, 273(23), 1995, 1849-54).
Μελέτη σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μπάι πας στεφανιαίας αρτηρίας έδειξε ότι η χορήγηση βιταμίνης Ε μαζί με βιταμίνη C, αμέσως πριν ή αμέσως μετά την επέμβαση, είχε σαν αποτέλεσμα λιγότερα ισχαιμικά ηλεκτροκαρδιογραφικά επεισόδια και μικρότερη ανάγκη ντοπαμίνης κατά την περιεγχειρητική περίοδο (Ann Thorac surg, 59, 1995, 1519-23).
Άλλη μελέτη που έγινε για να διαπιστωθεί η προληπτική αξία της βιταμίνης Ε, έδειξε ότι ακόμη και μικρές δόσεις μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης της στεφανιαίας νόσου.
Σε άλλη μελέτη με υγιή άτομα διαπιστώθηκε ότι η λήψη βιτ. Ε, σε δόσεις των 200 ΙU για δύο εβδομάδες, οδήγησε σε μείωση συγκόλλησης αιμοπεταλίων κατά 75%. Όταν η δόση έγινε 400 IU το παραπάνω ποσοστό αυξήθηκε σε 82% (Blood, 73, 1989, 141-49).
ΚΑΡΚΙΝOΣ
Η βιταμίνη Ε προστατεύει τα κύτταρα και τους ιστούς από τις ελεύθερες ρίζες και διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα. Αυτό εξηγεί την αποδεδειγμένη προληπτική – θεραπευτική της δράση για μεγάλο φάσμα καρκίνων, μεταξύ των οποίων πνεύμονα, στόματος, προστάτη, παχέος και ορθού εντέρου, παγκρέατος, ήπατος, στήθους, τραχήλου της μήτρας.
Πολυάριθμες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι υψηλά επίπεδα βιταμίνης Ε στο αίμα συνδέονται με χαμηλότερα ποσοστά εμφάνισης καρκίνου.
Σε μελέτη με 5000 γυναίκες βρέθηκε ότι εκείνες που είχαν τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης Ε στο αίμα παρουσίαζαν 5 φορές μικρότερες πιθανότητες να προσβληθούν από καρκίνο σε σχέση με εκείνες που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα (British J Cancer, 49, 1984, 321-24).
Άλλη μεγάλη μελέτη διάρκειας 8 χρόνων, στην οποία έλαβαν μέρος 15.000 γυναίκες, επιβεβαίωσε τη σχέση μεταξύ χαμηλών επιπέδων βιταμίνης Ε στο πλάσμα του αίματος και κινδύνου εμφάνισης πολλών μορφών καρκίνου. Η έρευνα διαπίστωσε ότι αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους επιθηλιακούς καρκίνους (Intern J Epidem, 17, 1988, 281 86).
Μελέτη με καρκινοπαθείς έδειξε ότι εκείνοι που είχαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Ε και σεληνίου παρουσίαζαν 11 φορές μεγαλύτερη θνησιμότητα από αυτούς που είχαν σχετικώς υψηλά επίπεδα (British Med J, 290 Feb 9, 1985, 417-20).
Μελέτη με αρουραίους στους οποίους χορηγήθηκε καρκινογόνος χημική ουσία (διμεθυλοβενζανθρακένιο) για πρόκληση καρκίνου του στήθους έδωσε τα εξής αποτελέσματα:
α) Η βιταμίνη Ε μόνη της δεν μπόρεσε να εμποδίσει την εμφάνιση καρκίνου.
β) Το σελήνιο μόνο του έδωσε ικανοποιητικά αποτελέσματα.
γ) O συνδυασμός βιταμίνης Ε και σεληνίου έδωσε τα καλύτερα αποτελέσματα (Cancer Research, 43, 1983, 5335-41).
Διπλή-τυφλή πενταετής μελέτη τυχαίου δείγματος που έγινε στην Κίνα έδειξε ότι η χορήγηση σχετικά χαμηλών δόσεων βιταμίνης Ε, βήτα καροτίνης και σεληνίου περιόρισε κατά 42% την εμφάνιση καρκίνου του οισοφάγου, ενώ μείωσε σημαντικά και τη συνολική θνητότητα από καρκίνους (Cancer Research, 54 (7 suppl), 1994, 2029s-31s).
Μεγάλη μελέτη με 25.800 άτομα έδειξε ότι υψηλά επίπεδα βιταμίνης Ε στο αίμα μειώνουν τους κινδύνους εμφάνισης καρκίνου του στόματος σε άτομα μεγάλης ηλικίας (Cancer Research 53, 1993, 795-98). Άλλες οκτώ μελέτες έδειξαν ότι η βιταμίνη Ε μαζί με βήτα καροτίνη προκαλούν υποχώρηση της στοματικής λευκοπλακίας, ενώ και τα άλλα αντιοξειδωτικά φάνηκε ότι παίζουν ρόλο στην πρόληψη του καρκίνου του στόματος.
Σε άλλη μελέτη με 81 πάσχοντες από στοματική λευκοπλακία εδόθησαν για 9 μήνες 800 IU βιταμίνης Ε, 1000 mg βιταμίνης C και 30 mg βήτα καροτίνης. Το 55,6% των ασθενών που ολοκλήρωσε το πρωτόκολλο είχε ολική ή μερική εξαφάνιση των στοματικών πληγών. Τα καλύτερα αποτελέσματα είχαν όσοι απείχαν κατά τη διάρκεια της μελέτης από το αλκοόλ και το κάπνισμα.
Μεγάλη μελέτη στη Φινλανδία έδειξε ότι ο κίνδυνος καρκίνου του πνεύμονα σε μη καπνιστές ήταν 12 φορές μεγαλύτερος σε άτομα που είχαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Ε στο αίμα σε σχέση με τα άτομα που είχαν επαρκή επίπεδα βιταμίνης Ε. Δυστυχώς, στην περίπτωση των καπνιστών τα αποτελέσματα της μελέτης δεν έδειξαν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ αυτών που είχαν χαμηλά και αυτών που είχαν επαρκή επίπεδα βιταμίνης Ε.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί μελέτη, σύμφωνα με την οποία, η χορήγηση, προεγχειρητικά, συνδυασμού βιταμινών Ε, C και Α σε ασθενείς με καρκίνο στομάχου είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση των μετεγχειρητικών επιπλοκών από 30,9% σε 1,9% (Vopr Onkol, 1989, 35:1942-45).
ΣOΒΑΡΕΣ ΝΕΥΡOΛOΓΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ
Σύμφωνα με μελέτη διάρκειας 2 ετών, η οποία δημοσιεύθηκε στο μεγάλου κύρους ιατρικό περιοδικό New England Journal of Medicine (1997, 336: 11 – 12) η χορήγηση 2000 IU βιταμίνης Ε ημερησίως σε ασθενείς με μέτριας σοβαρότητας Alzheimer επιβράδυνε σημαντικά την εξέλιξη της ανίατης αυτής νόσου.
Oι ίδιες ή και υψηλότερες δοσολογίες (3200 IU), σε συνδυασμό με υψηλές δόσεις βιτ. C (2-3 g) έχουν χρησιμοποιηθεί για επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου του Πάρκινσον.
Εξ άλλου, δόσεις βιταμίνης Ε μέχρι 1600 ΙU για 6 – 12 εβδομάδες επέφεραν σημαντική μείωση των συμπτωμάτων της όψιμης δυσκινησίας.
ΑΝOΣOΠOΙΗΤΙΚO ΣΥΣΤΗΜΑ
Η βιταμίνη Ε είναι το σπουδαιότερο λιπόφιλο (λιποδιαλυτό) αντιοξειδωτικό του σώματος, παίζοντας σπουδαίο ρόλο στην προστασία των κυτταρικών μεμβρανών από τις ελεύθερες ρίζες και την πρόληψη του οξειδωτικού στρες.
Το οξειδωτικό στρες θεωρείται σημαντικός παράγων στην παθογένεση πολλών χρόνιων εκφυλιστικών παθήσεων ή/και λοιμώξεων, μεταξύ των οποίων και το AIDS, όπως έδειξε μελέτη κατά την οποία οι ασθενείς που είχαν τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης Ε στο αίμα τους είχαν πολύ καλύτερη εξέλιξη της νόσου από εκείνους που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα (AIDS, 1997: 613-20). Η βιταμίνη Ε ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα διεγείροντας την παραγωγή αντισωμάτων και λευκών αιμοσφαιρίων. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, ιδίως για τις μεγαλύτερες ηλικίες.
Ανεπάρκεια βιταμίνης Ε οδηγεί σε ανεπαρκή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Όμως και σε άτομα με κανονικά επίπεδα βιταμίνης Ε, η χορήγησή της βελτιώνει τη λειτουργία του συστήματος, όπως έδειξε κλινική μελέτη με 88 ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών. Κατά τη μελέτη οι ασθενείς χωρίσθηκαν σε 3 ομάδες, λαμβάνοντας επί 235 μέρες διαφορετικές δοσολογίες. Η 1η ομάδα έλαβε 60 IU βιταμίνης Ε ημερησίως, η 2η ομάδα 200 IU και η 3η ομάδα 800 IU. Η βελτίωση της λειτουργίας των Τ-κυττάρων ήταν 20% για την 1η ομάδα, 58% για τη 2η ομάδα και 65% για την 3η ομάδα. Καμία παρενέργεια δεν παρατηρήθηκε (JAMA, 1997, 277: 1380-6).
ΑΘΛΗΤΙΣΜOΣ
Μελέτες έχουν δείξει ότι το έντονο σωματικό στρες και οι έντονες αθλητικές δραστηριότητες, είτε πρόκειται για αθλήματα δύναμης, είτε για αθλήματα αντοχής, προκαλούν σημαντική αύξηση των παραγόμενων από το σώμα ελεύθερων ριζών, οι οποίες, με τη σειρά τους, τείνουν να προκαλέσουν βλάβες στους μυς.
Ακόμη και όταν οι βλάβες αυτές δεν είναι σοβαρές, το σώμα χρησιμοποιεί πρωτεΐνες και πολύτιμη ενέργεια για τη διόρθωσή τους, πράγμα που στην πράξη σημαίνει απώλεια μυϊκής μάζας και λιγότερη διαθέσιμη ενέργεια.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η βιταμίνη Ε είναι ένα σημαντικό βοήθημα για αθλητές, όχι τόσο για άμεσες αποδόσεις, αλλά για προστασία και μεσο-μακροπρόθεσμη απόδοση. Παρόλα αυτά, υπάρχουν φαίνεται κάποια αθλήματα που η βιταμίνη Ε προσφέρει και άμεσα αποτελέσματα. Έτσι, π.χ., ορειβάτες που λάμβαναν βιταμίνη Ε λίγες ώρες πριν την αναρρίχηση είχαν καλύτερες επιδόσεις, όταν οι αναρριχήσεις γίνονταν σε μεγάλα υψόμετρα. Εκτός αυτού η βιταμίνη Ε είναι πολύ χρήσιμη και για όσους γυμνάζονται ή κάνουν αθλητισμό περιστασιακά: πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο Tufs της Βοστώνης έδειξε ότι τα άτομα αυτά υπέφεραν από λιγότερους μυϊκούς πόνους και τραυματισμούς, όταν έλαβαν για 3 μήνες βιταμίνη Ε (Exper Biol Conf, 2002).
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
Η βιταμίνη Ε μετράται σε IU (International Units/Διεθνείς μονάδες) και σε mg, η αντιστοιχία τους δε είναι: 1 IU = 0,666 mg.
ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ – ΠΡOΦΥΛΑΞΕΙΣ
Παρόλο που η βιταμίνη Ε είναι λιποδιαλυτή έχει σχετικά μικρή τοξικότητα, ακόμη και σε πολύ υψηλές δοσολογίες. Ας σημειωθεί ότι το 60 – 70 % της βιταμίνης Ε που λαμβάνεται με τις τροφές αποβάλλεται διά των κοπράνων.
Επειδή η βιταμίνη Ε επιβραδύνει τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων θα πρέπει να λαμβάνεται με μεγάλη προσοχή από άτομα με πληγές που έχουν τάση αιμορραγίας (π.χ. αιμορραγικά πεπτικά έλκη), από άτομα με ιστορικό αιμορραγικών εγκεφαλικών επεισοδίων και από άτομα με κληρονομικές αιμορραγικές παθήσεις, όπως η αιμοφιλία.
Μελέτες έχουν δείξει ότι παρενέργειες από υψηλές δοσολογίες βιταμίνης Ε (πάνω από 1000 IU) είναι σπάνιες, περιλαμβάνουν δε πονοκεφάλους, ναυτία, μυϊκή αδυναμία, γαστρεντερικές διαταραχές.